Τρίτη 12 Αυγούστου 2008

ΚΥΝΗΓΙ ΤΣΙΧΛΑΣ


Ένα ακόμα άρθρο για κυνήγι τσίχλας..


Ανεπανάληπτη εμπειρία από κυνήγι τσίχλας

Ημέρες εορτών και ίσως η ζεστασιά των ημερών αυτών, ίσως η ηρεμία από τις ολιγοήμερες διακοπές για μερικούς, ακόμα και η όχι καλή κυνηγετική χρονιά για αρκετούς, σε κάνουν να φέρνεις στην θύμησή σου, αγαπημένες εικόνες από το παρελθόν. Για τους λάτρεις της θεάς Άρτεμης, τι άλλο από κυνήγια που μένουν χαραγμένα βαθιά στην ψυχή σου να σε συντροφεύουν για πάντα.

Ήταν ο καιρός της επίσκεψης αυτών των φτερωτών σειρήνων που κάνουν τους κυνηγούς της τσίχλας να νιώθουν ρίγη και μόνο στο άκουσμά της. Το μέρος γνωστό από συναντήσεις προηγουμένων ετών , μαζί της. Οι ετοιμασίες από το βράδυ για το πρωινό ξεκίνημα έμοιαζαν σαν ιεροτελεστία η οποία τηρείτο σχολαστικά ως μια άλλη άτυπη βίβλο των κυνηγών. Το πρωινό ξύπνημα δεν άργησε να έρθει. Η διαδρομή σχετικά σύντομη μιας και ο κυνηγότοπος δεν απείχε πολύ από την Αθήνα. Την ησυχία της φύσης ταράζει μόνο η μηχανή του αυτοκινήτου. Η φύση τριγύρω σου, με την ηρεμία της και το σκοτάδι σε κάνουν να κινείσαι ήρεμα, νωχελικά μπορώ να πω σε σχέση με τις διαδρομές τρέλας στις συμπληγάδες της Κηφισίας και της Μεσογείων. Εδώ ο χρόνος κυλάει αλλιώς και μια γαλήνη κυριεύει την καρδιά σου. Μα να, το γνωστό δέντρο το οποίο μοιάζει σαν να σε περιμένει να του κάνεις παρέα, φάνηκε στον κατήφορο. Κρύψιμο του αυτοκινήτου, όχι μόνο λόγω του καρτεριού αλλά και γιατί το επιβάλλει η ίδια η φύση και εσύ γίνεσαι ένα με το δάσος. Είσαι εκεί γιατί εκεί ανήκεις, όσο και αν προσπάθησαν κάποιοι και ακόμα προσπαθούν να σε κάνουν να πιστέψεις ότι δεν σημαίνει τίποτα για σένα. Κάποιοι άνθρωποι πολλά χρόνια πριν, έζησαν σ' αυτό και το αγάπησαν και σένα κάτι σε σπρώχνει και πάλι κοντά του. Το σκοτάδι δεν σε φοβίζει. Νιώθεις οικείο το μέρος, φιλικό, είναι μέσα στα γονίδια σου.

Παίρνεις την θέση σου και ακούς και άλλους φίλους (φίλοι είναι αυτοί που αγαπούν αυτό που αγαπάς και εσύ, για τον ίδιο λόγο που το αγαπάς) να έρχονται, σαν μια μυστική σύναξη των ανθρώπων που θέλουν να ξεφύγουν από τον ίδιο εφιάλτη, την πόλη. Το σκοτάδι αφήνει σιγά σιγά την θέση του στο φως και εκείνη την στιγμή σαν κάποιο μαχητικό αεροπλάνο περνά από δίπλα σου εκείνη. Δεν την είδες καλά αλλά την άκουσες και κατάλαβες καλά τι ήταν. Άλλωστε το ''τσικ'' αυτό έκανε την καρδιά σου να σκιρτήσει σαν ένα άλλο ερωτευμένο σχολιαρόπαιδο. Είναι εκείνη που ξεκίνησε νωρίς ίσως λες και είναι πιο έμπειρη απ' όλες. Να όμως που και άλλες έρχονται ξαφνικά. Το προδίδουν οι τουφεκιές που άρχισαν να πέφτουν ήδη. Η γνώριμη φιγούρα της ξεπροβάλλει στον ορίζοντα. Έρχεται κατά πάνω σου. Σηκώνεις το όπλο σου και σκοπεύεις διόφθαλμα, όχι μόνο επειδή έτσι είναι το σωστό αλλά γιατί έτσι την χαίρεσαι στα μάτια σου. Σε λίγα δευτερόλεπτα είναι στα χέρια σου. Την κρατάς και τις στρώνεις τα πούπουλα γιατί πρέπει να την κουβαλάς όπως τις αρμόζει. Πολλές τουφεκιές ακούγονταν από τα δίπλα καρτέρια αν και δεν είμαστε πολλοί κυνηγοί. Μάλλον η μέρα θα είναι καλή. Σήμερα θα έχει πέρασμα. Βλέπεις ο καιρός τις προηγούμενες μέρες δεν ήταν καλός και δεν μπόρεσαν να συνεχίσουν το ταξίδι τους.

Η φυσιγγιοθήκη σιγά σιγά αδειάζει και όλο και περισσότερες τσίχλες έχεις μαζί σου. Γρήγορο ψάξιμο στο αυτοκίνητο από όλη την παρέα και για άλλα κουτιά με φυσίγγια. Δεν ήμασταν και τόσο έτοιμοι για τέτοια μέρα μάλλον. Οι τσίχλες περνούν ασταμάτητα, οι τουφεκιές πέφτουν βροχή και πριν προλάβεις να ρίξεις στην μία, άλλη περνά δίπλα σου.

Η κάρπωση έχει φτάσει πια σε καλά επίπεδα και πάντα μέσα στα νόμιμα. Και εκεί που σκέφτεσαι να σταματήσεις ευχαριστημένος για το πρωινό αυτό άλλο σε κάνει και σταματάς. Αυτόματα τα χέρια με το όπλο σου κατεβαίνουν. Τα μάτια σου καρφώνονται στον ορίζοντα. Τα ανοιγοκλείνεις λίγο μήπως και ζαλίστηκες από τις τουφεκιές και δεν βλέπεις καλά. Και όμως είναι αυτό το οποίο άλλοι σου είχαν περιγράψει ότι το είχαν ζήσει αλλά εσύ προσπαθούσες να το φανταστείς αλλά δεν μπορούσες. Τώρα εσύ το βλέπεις και δεν μπορείς να το πιστέψεις. Ο ουρανός σχηματίζει ένα σύννεφο το οποίο κινείται με ταχύτητα. Πλησιάζει όλο και πιο πολύ κοντά σου και κάνει τα μάτια σου να ανοίγουν διάπλατα για να το χωρέσουν. Κοπάδια από χιλιάδες τσίχλες είναι από πάνω σου σαν σε παρέλαση. Γυρίζεις το κεφάλι σου αριστερά, δεξιά, τις βλέπεις και ζαλίζεσαι. Τσίχλες κοινές, γερακότσιχλες, κοκκινότσιχλες, συνθέτουν έναν πίνακα αλλιώτικο από τους άλλους. Σε δευτερόλεπτα αναρωτιέσαι εάν βλέπεις καλά. Εάν υπάρχουν όλα αυτά τα είδη μαζί και βρίσκονται πάνω από το κεφάλι σου. Και όμως είναι εκεί όλα. Το καταλαβαίνεις από τα βλέμματα των γύρω σου. Μένεις να κοιτάς το υπερθέαμα αυτό και σκέφτεσαι πόσα χρόνια χρειάζονται για να το ξαναζήσεις. Δεν θέλεις να χάσεις ούτε στιγμή από αυτό. Κοιτάζεσαι με τους φίλους σου και δεν λες τίποτα τα λέει όλα ο ουρανός. Ανάβεις τσιγάρο ίσως επειδή σε έχει μαγέψει αυτό που βλέπεις. Ο χρόνος έχει σταματήσει για να δώσει την σειρά του στην μαγεία. Αυτή η λέξη μόνο νομίζω ότι μπορεί να περιγράψει αυτές τις εικόνες. Το τσιγάρο τελείωσε αλλά αυτές ακόμα περνούν αμέτρητες. Και όμως δεν ακούγεται τουφεκιά. Σαν όλοι μαγεμένοι κάθονται και τις κοιτούν. Άλλωστε όλοι έχουν πάρει αρκετά πουλιά και η πλεονεξία είναι ένα συναίσθημα που δεν αρμόζει στους κυνηγούς. Το να σκοπεύσεις έστω, θα σε κάνει να χάσεις τούτη την στιγμή και αυτές τις στιγμές δεν ξέρεις εάν θα τις ξαναζήσεις. Είτε γιατί η τύχη δεν θα τα φέρει έτσι, είτε γιατί όπως και έγινε ο τόπος αυτός απαγορεύτηκε, ώστε να κάνει παρέα στο δέντρο εκείνο όχι ένας λάτρης του δάσους αλλά μια πισίνα. Μια πισίνα βίλας που χτίστηκε μετά την απαγόρευση και που χρειάστηκε να κοπούν πολλά δέντρα για να γίνει.

Τελικά το μόνο που έμεινε είναι μια άδεια γραμμή στο βιβλιαράκι του Προγράμματος Άρτεμης, διότι δεν ήξερα τι αριθμό να βάλω για να με πιστέψουν και τρεις άνθρωποι να μιλούν για εκείνη την μέρα και να θυμούνται μόνο, γιατί κάποιοι τους στέρησαν την δυνατότητα να το ζήσουν ξανά.